4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Kώστας Kαββαθάς


«Τα συναισθηματικά, κοινωνικά και επαγγελματικά μου συμπλέγματα με κάνουν
να νιώθω σαν ψάρι έξω απ? το νερό, με αποτέλεσμα οι φίλοι να με λένε
ακοινώνητο, μονόχνωτο και μουρτζούφλη που δεν είναι ευχαριστημένος με
τίποτα?»

Περνάς απέναντι

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ κι ακόμα ένα καλοκαίρι πέρασε και καταχωρήθηκε στις σελίδες της
ιστορίας του καθενός από μας. Το παρακολουθώ να φεύγει, μαζί με τα σύννεφα
και τις αστραπές μιας καταιγίδας, καθισμένος στο αίθριο ενός εκπληκτικού
(στην ταπεινότητα της αισθητικής του) σπιτιού. Το σπίτι βρίσκεται σ? έναν
απ? τους «ιερούς» χώρους της νιότης μας, στις Σπέτσες, ένα νησί που, παρόλο
ότι βρίσκεται κοντά στην Αθήνα, είχα να επισκευθώ από το? 1958! Τριάντα
εφτά ολόκληρα χρόνια για να κάνω τη διαδρομή των 100 λεπτών (τόσο
χρειάζονται τα υδροπτέρυγα). Τότε, την εποχή που ο Σαββόπουλος τραγουδούσε
στο Καρνάγιο και οι Λούμπογκ στο Μπλούμπερι Χιλ (θυμάσθε τον Γιάννη
Κουρτσιόγλου;), τα πλοία της γραμμής («Καμέλια» και «Νεράιδα») χρειάζονταν
από 5,5 ως 6 ώρες, αλλά ποιος (ερωτευμένος) νέος του ?60 υπολόγιζε το
χρόνο;
Όπως όλες οι «ιερές» στιγμές της ζωής μας έτσι και το πρώτο (και τελευταίο)
ταξίδι στις Σπέτσες καθαγιάστηκε απ? το χρόνο. Φθάσαμε, θυμάμαι, νύχτα στην
Ντάπια κι ήταν όλα όπως στις ταινίες του Φίνου. Μια θάλασσα που έλαμπε από
τα φώτα των μαγαζιών (και το πλανκγτόν που ανάδευαν τα κουπιά), ήχοι από
τις ομιλίες των ανθρώπων που κάθονταν στις ταβέρνες, μυρουδιές απ? τους
κήπους των σπιτιών....
Ένα δωμάτιο σ? ένα παλιό σπίτι, με ξύλινο ταβάνι, με κεντήματα και
φωτογραφίες των παππούδων στους τοίχους, μ? ένα μπαλκόνι που το σκέπαζε μοβ
βουκαμβίλια κι άσπρα σεντόνια που μύριζαν πράσινο σαπούνι.
Και μετά, η βόλτα στην παραλία, οι μυρουδιές απ? τα ψαροκάικα, οι
υποσχέσεις για αγάπη απ? εδώ ως την αιωνιότητα...
Εκτός απ? το σπίτι που είχα την τύχη να μείνω (και μερικά ακόμα που
γλίτωσαν από την επέλαση της νεοπλουτίστικης χυδαιότητας) όλα έχουν αλλάξει
τις Σπέτσες (όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα). H Ντάπια θυμίζει
(τριτοκοσμικό) διακομιστικό σταθμό, καθώς από τα υδροπτέρυγα και το -
εκπληκτικό είναι αλήθεια- καταμαράν, ξεχυνόμαστε εκατοντάδες οι
«τουρίστες». H κυκλοφορία των επιβατικών αυτοκινήτων απαγορεύεται, το ίδιο
και εκείνη για τα δίκυκλα άνω των 50 κυβικών (μετά τις 8 το βράδυ), αλλά το
νησί είναι γεμάτο δίκυκλα. Τα μόνιππα υπάρχουν ακόμα καθώς και τέσσερα
-ευτυχώς- ταξί που όμως είναι αρκετά, μαζί με τα ταχύπλοα ταξί, για να
εξυπηρετήσουν το νησί. Κι ενώ περίμενα ότι οι Σπετσιώτες θα είχαν
υπερασπισθεί την ευγένεια και την ομορφιά του νησιού με την ίδια τους τη
ζωή, αντικρίζω κάτι «μπετά» και κάτι «μυρτώα» και άλλα αρχιτεκτονικά
εγκλήματα τα οποία, καθώς μου είπαν, φτιάχτηκαν τα χρόνια της
«εθνωσωτηρίου», άρα δεν «μετράνε» στο λογαριασμό.
Το μεγάλο «κακό» όμως έγινε αλλού και συγκεκριμένα στο Παλιό Λιμάνι. Το
θυμόμουν με καρνάγια και καΐκια, με πίσσα και μίνιο, με ξύλινες γλίστρες
και χοντρές αλυσίδες και το βρήκα με τα καρνάγια να έχουν περιορισθεί σε
μια δυο γωνιές, με τα εργαστήρια μέσα σε φριχτές στην όψη παράγκες από
«ελενίτ» και πισσόχαρτο. Από τα δυο παραδοσιακά χτίσματα το ένα έγινε
ντίσκο ενώ το άλλο αγοράστηκε από εφοπλιστή κι έγινε? σπίτι πάνω στο νερό.
Το θυμόμουν με καΐκα και ψαρόβαρκες και το βρήκα «φίσκα» στα «πενηντάρια»
και στα «εξηνταπεντάρια» που ήταν δεμένα σε διπλή και τριπλή σειρά. Ραντάρ,
GPS, πλότερς, βαθύμετρα, Detroit diesels, κλιματιστικά, τουαλέτες,
τηλεοράσεις, καναπέδες, πολυθρόνες? γλάστρες με «δέντρα εσωτερικού χώρου»,
ακόμα και «καλάμια» για το ψάρεμα του τόνου! Μπέρτραμ, Χάτερας, Σκάραμπ,
Καντιέρι ντι Πιτσα, Φερέτι, Μπαρέτι, αλλά και σκούνες και κετς και τρόλερς
σε έναν απίθανο αγώνα για το ποιος είναι ο ομορφότερος (και πλουσιότερος).
The affluent society σε όλο της το μεγαλείο με τον ένα επώνυμο να
παραβγαίνει (με το σκάφος του) τον άλλο. Και καλά εκείνοι που έχουν
οικογένειες. Αντί να πάρουν ένα σπίτι, αγόρασαν ένα πλωτό που το παρκάρουν
κάπου και κάνουν τις διακοπές τους. Οι άλλοι όμως; Που με τα εκπληκτικά
τους σκάφη έπρεπε να «οργώνουν» το Αιγαίο; Τι κάνουν δεμένοι ο ένας πίσω
απ? τον άλλον λες και είναι στην Αναγνωστοπούλου;
Βλέπω στα «οχτώμισι» το χάος της σύγχρονης Ελλάδας, με την παράλυτη
οικονομία, τη διαλυμένη δημόσια διοίκηση, τη νεκρή βιομηχανία, το χάος των
λιμανιών και των αεροδρομίων, τις πυρκαγιές και τις παράγκες των Τσιγγάνων
στο Βόλο, τα κλειστά ναυπηγεία κι απ? την άλλη βλέπω το? Ντάλας! Όταν,
αραιά και πού, φίλοι με καλούν στα δικά τους σκάφη (αυτοί που γνωρίζω τα
?χουν χρόνια και δεν είναι ούτε «μυτερά» ούτε «περίπτερα»), δεν βγαίνω έξω.
Κρύβομαι στο «σαλόνι», ανοίγω την τηλεόραση και παίρνω μια γερή δόση από
ειδήσεις για να μην ξεχνάω πού ζω.
Θυμάμαι μια φορά που πήγαμε μ? ένα ιστιοπλοϊκό στην Ύδρα. Δεν προλάβαμε να
δέσουμε και πλακώνει ένας από τους Βασιλικούς (τρόπος του λέγειν) Γόνους με
το «μυτερό» του και τις τουρμπο ντίζελ των 1200 ίππων (η κάθε μια). Κάνει
μια μπρος, κάνει μια πίσω και, σπρώχνοντας τα άλλα σκάφη, χώνεται στο μώλο.
Κάποιοι διαμαρτύρονται ευγενικά, άλλοι (ματσωμένοι βιοτέχνες, τσιγαράδες
και χθεσινοί «εφοπλιστές») χρησιμοποιούν τη γλώσσα του Τραμπάκουλα, αλλά
εκείνος ούτε που γυρίζει να τους κοιτάξει. Το αντίθετο μάλιστα. Στέλνει
«τέντερ» με «φουσκωτούς» που ρωτάνε την πλέμπα αν «έγινε τίποτα». H πλέμπα
το βουλώνει γιατί δεν ξέρει πόσο βαθιά μπορεί να πάει το πλεούμενό της αν
μιλήσει.
Δεν είναι πως δεν μ? αρέσουν τα σκάφη κι ιδιαίτερα τα? «μυτερά». Μακάρι να
είχα δυο εκατομμύρια (δολάρια πτωχοί!) για ν? αγοράσω ένα Cigarette και να
πηγαίνω με 60 (μίλια) την ώρα. Ένας γνωστός μου που το έκανε έγινε πλούσιος
μεταφέροντας από τσιγάρα μέχρι λιβανέζους και τώρα τον σέβονται όλοι οι
μώλοι (και φλώροι) της Μεσογείου.
Μία άλλη φορά, στη Δοκό, κατέφθασε το «μυτερό» του Τζόι Γκαμπίνο και έγινε
το «έλα να δεις». H νύχτα πέρασε συζητώντας πόσα «άλογα» βγάζει η κάθε μία
από τις (τέσσερις) μηχανές του και άντε μέσα σ? αυτό το κλίμα να μιλήσεις
για τις Σπέτσες και τη Σκόπελο του ?60. Ζωντανό θα μ? έτρωγαν αν τους έλεγα
για θαλασσινές σπηλιές, για ροφούς και μανδραγόρες.

Αυτό παθαίνω κάθε φορά που πάω «διακοπές» (από το 1987 και μετά που
παράτησα τις φούσκες και το υποβρύχιο ψάρεμα). Τα συναισθηματικά, κοινωνικά
και επαγγελματικά μου συμπλέγματα με κάνουν να νιώθω σαν ψάρι έξω απ? το
νερό, με αποτέλεσμα οι φίλοι να με λένε ακοινώνητο, μονόχνωτο και
μουρτζούφλη που δεν είναι ευχαριστημένος με τίποτα.
E, όχι και με τίποτα, τους λέω. Αμα σας πάω στις Σπέτσες του ?60, στη Σκύρο
του ?70 και στη? Σαχάρα του ?90 θα δείτε πώς ευχαριστιέμαι. Πώς να τους πάω
όμως χωρίς τη μηχανή που ταξιδεύει στο χρόνο. Δεν έχει ακόμα ανακαλυφθεί,
γι? αυτό, προς το παρόν, χρησιμοποιώ την άλλη, τη φορητή, αυτή με το
πληκτρολόγιο και την οθόνη των υγρών κρυστάλλων.
Να την... Είναι μπροστά μου στο τραπέζι, στο αίθριο του σπιτιού στις
Σπέτσες και το μόνο που έχω να κάνω είναι να δώσω μια «βουτιά» και να βγω
στην άλλη πλευρά. Πίσω της με περιμένουν τα μάτια μιας κοπελιάς που χάθηκε
στο χρόνο, το μπαλκόνι με τις μοβ βουκαμβίλιες, οι παραλίες και οι
υποβρύχιες σπηλιές στη Σκόπελο και στην Αλόννησο, η Σοφία και τα
αυγουστιάτικα φεγγάρια της Σκύρου και εκατοντάδες άλλες εικόνες που έγιναν
«για πρώτη φορά».
Εκεί, πίσω απ? το φως της οθόνης, κρύβονται και οι παλιοί αγώνες και τα
αγαπημένα αυτοκίνητα, τα Ράλλυ που διέσχιζαν την Ελλάδα από τη μια άκρη ως
την άλλη, αλλά και τα σιρκουί και οι αναβάσεις, και τα αεροπλάνα και τα
ανεμόπτερα, και τα ατέλειωτα ξενύχτια που πέρασα για να μπορώ, εδώ και
τριακόσιους μήνες, να περνάω κι εσάς απέναντι.
Τι να τα κάνω τα μυτερά και τα περίπτερα, τα πετρέλαια και τις βενζίνες εγώ
(και άλλοι) που μιλήσαμε με το γαλάζιο, που ακούσαμε τον ήχο του ήλιου στην
πέτρα και στην άμμο, που αντικρίσαμε για πρώτη φορά τις σπηλιές; Όταν έχεις
οργώσει τις παρθένες (τότε) θάλασσες και αμμουδιές, όταν έχεις ακουμπήσει
(για πρώτη φορά απ? τη δημιουργία;) τα κοχύλια και τα βότσαλα, όταν έχεις
κοιτάξει στα μάτια τους ροφούς κι έχεις βγει στην επιφάνεια με τη μάσκα
γεμάτη αίμα απ? την προσπάθεια, πώς μπορείς να συμβιβαστείς με τούτη την
κιτσαρία;
Όσοι έχετε ακούσει στις 2 τα ξημερώματα τον ήχο ενός μαλκότσι είμαι
σίγουρος ότι θα καταλαβαίνετε τι εννοώ._Κ.Κ.